ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ: Ο μοναδικός Γιάννης Παπαδόπουλος αποκλειστικά στην κάμερα του ialmopia.gr [ΒΙΝΤΕΟ]
Επιμέλεια - Συνέντευξη: Τάσος Καλαϊτζής
Δημοσιεύστε την αγγελία σας στο ialmopia.gr εντελώς δωρεάν
Αγορές-Πωλήσεις-Ενοικιάσεις-Εργασία
Η Μπογαλού - Διήγημα του Τσίναλη Κοσμά στη μνήμη της γιαγιάς Ασημώς που έζησε τα τραγικά γεγονότα της Προσφυγιάς του 1922
Διήγημα του Τσίναλη Κοσμά από την Άψαλο αλμωπίας...
Μενέλαος Λουντέμης: Αφιέρωμα στο μεγάλο λογοτέχνη
«Εθελοντής ενός δικαιότερου κόσμου, για το οποίο πρόσφερε τη ψυχή του»
Κυριακή 26 Μαρτίου 2017
Η ιστορία της Θερινής Ώρας
Η θερινή ώρα (Day Time Saving ή Summer Time στα αγγλικά) είναι ένα μέτρο που εφαρμόστηκε για πρώτη φορά τον 20ο αιώνα για την καλύτερη αξιοποίηση του ηλιακού φωτός κατά τους καλοκαιρινούς μήνες και τη συνακόλουθη εξοικονόμηση ενέργειας. Μετά την πετρελαϊκή κρίση των αρχών της δεκαετίας του ‘70 απόκτησε παγκόσμιο χαρακτήρα και εφαρμόστηκε και στη χώρα μας. Το μέτρο συνίσταται στην τοποθέτηση των ρολογιών κατά μία ώρα μπροστά συνήθως κατά το διάστημα ανάμεσα στην τελευταία Κυριακή του Μαρτίου και την τελευταία Κυριακή του Οκτωβρίου.
Η πρακτική αυτή προτάθηκε για πρώτη φορά από τον πολυπράγμονα Βενιαμίν Φραγκλίνο (1705-1790), έναν από τους Ιδρυτές - Πατέρες των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής. Το 1784, όταν υπηρετούσε ως πρεσβευτής στο Παρίσι, έβλεπε τους Παριζιάνους να ξυπνούν νωρίς για να κάνουν οικονομία στα κεριά και να αξιοποιούν καλύτερα το φως της ημέρας. Η ιδέα τού άρεσε και την πρότεινε στους συμπατριώτες του σε μία επιστολή του. Ήταν άλλωστε συμβατή με το δόγμα του «Το να κοιμάσαι νωρίς και να ξυπνά νωρίς, σε κάνει υγιή, πλούσιο και σοφό».
Η καθιέρωση της θερινής ώρας οφείλεται εν πολλοίς στις προσπάθειες του Νεοζηλανδού εντομολόγου Τζορτζ Βέρνον Χάντσον (1867-1946) και του άγγλου οικοδομικού επιχειρηματία Γουίλιαμ Γουίλετ (1856-1915). Το 1908 η πρόταση του Γουίλετ απορρίφθηκε από τη Βουλή των Κοινοτήτων, αλλά το 1916, μεσούντος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, υιοθετήθηκε από τις εμπόλεμες Γερμανία και Αυστροουγγαρία για να εξοικονομήσουν καύσιμα.
Στην Ελλάδα, η θερινή ώρα εφαρμόστηκε για πρώτη φορά δοκιμαστικά το 1932, στο διάστημα από 6 Ιουλίου έως 1η Σεπτεμβρίου, κατά το οποίο τα ρολόγια τέθηκαν μία ώρα μπροστά. Εγκαταλείφθηκε, όμως, στη συνέχεια, για να επανέλθει το 1952 (1 Ιουλίου - 2 Νοεμβρίου), αλλά να εγκαταλειφθεί εκ νέου, επειδή δεν πρόσφερε τα αναμενόμενα στην εξοικονόμηση ηλεκτρικής ενέργειας, σύμφωνα με έκθεση της Ηλεκτρικής Εταιρείας Αθηνών - Πειραιώς (νυν ΔΕΗ). Η θερινή ώρα ήρθε για να μείνει στις 13 Απριλίου 1975, εν μέσω της Α' Πετρελαϊκής Κρίσης, και από τότε εφαρμόζεται συνεχώς μέχρι σήμερα.
Η πρακτική αυτή προτάθηκε για πρώτη φορά από τον πολυπράγμονα Βενιαμίν Φραγκλίνο (1705-1790), έναν από τους Ιδρυτές - Πατέρες των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής. Το 1784, όταν υπηρετούσε ως πρεσβευτής στο Παρίσι, έβλεπε τους Παριζιάνους να ξυπνούν νωρίς για να κάνουν οικονομία στα κεριά και να αξιοποιούν καλύτερα το φως της ημέρας. Η ιδέα τού άρεσε και την πρότεινε στους συμπατριώτες του σε μία επιστολή του. Ήταν άλλωστε συμβατή με το δόγμα του «Το να κοιμάσαι νωρίς και να ξυπνά νωρίς, σε κάνει υγιή, πλούσιο και σοφό».
Η καθιέρωση της θερινής ώρας οφείλεται εν πολλοίς στις προσπάθειες του Νεοζηλανδού εντομολόγου Τζορτζ Βέρνον Χάντσον (1867-1946) και του άγγλου οικοδομικού επιχειρηματία Γουίλιαμ Γουίλετ (1856-1915). Το 1908 η πρόταση του Γουίλετ απορρίφθηκε από τη Βουλή των Κοινοτήτων, αλλά το 1916, μεσούντος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, υιοθετήθηκε από τις εμπόλεμες Γερμανία και Αυστροουγγαρία για να εξοικονομήσουν καύσιμα.
Στην Ελλάδα, η θερινή ώρα εφαρμόστηκε για πρώτη φορά δοκιμαστικά το 1932, στο διάστημα από 6 Ιουλίου έως 1η Σεπτεμβρίου, κατά το οποίο τα ρολόγια τέθηκαν μία ώρα μπροστά. Εγκαταλείφθηκε, όμως, στη συνέχεια, για να επανέλθει το 1952 (1 Ιουλίου - 2 Νοεμβρίου), αλλά να εγκαταλειφθεί εκ νέου, επειδή δεν πρόσφερε τα αναμενόμενα στην εξοικονόμηση ηλεκτρικής ενέργειας, σύμφωνα με έκθεση της Ηλεκτρικής Εταιρείας Αθηνών - Πειραιώς (νυν ΔΕΗ). Η θερινή ώρα ήρθε για να μείνει στις 13 Απριλίου 1975, εν μέσω της Α' Πετρελαϊκής Κρίσης, και από τότε εφαρμόζεται συνεχώς μέχρι σήμερα.
απο το sansimera.gr
Αφιέρωμα: Λούντβιχ βαν Μπετόβεν 1770 – 1827
Γερμανός μουσουργός· από τις κορυφαίες μουσικές προσωπικότητες όλων των εποχών. Με το σημαντικό σε ποιότητα και ποσότητα έργο του γεφύρωσε την Κλασική με τη Ρομαντική περίοδο της Δυτικής μουσικής.
Ο Λούντβιχ βαν Μπετόβεν (Ludwig van Beethoven) γεννήθηκε το 1770 στη Βόννη, που τότε ανήκε στο Εκλεκτοράτο της Κολωνίας, τμήμα της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας του Γερμανικού Έθνους. Η ακριβής ημερομηνία της γέννησής του δεν είναι γνωστή, αλλά βαπτίστηκε στις 17 Δεκεμβρίου του ίδιου χρόνου. Ό πατέρας του Γιόχαν, φλαμανδικής καταγωγής, ήταν μουσικός και τον βοήθησε κάπως στη μουσική του μόρφωση. Ήταν, όμως, άνθρωπος μέθυσος και με βίαιους τρόπους και αυτό ίσως έκανε το νεαρό παιδί να κλειστεί στον εαυτό του. Από μικρός έδειξε τα θαυμαστά μουσικά του προσόντα και έμαθε να παίζει με μεγάλη δεξιοτεχνία πιάνο και εκκλησιαστικό όργανο.
Το 1787 πήγε στη Βιέννη, στην πόλη της μουσικής, όπου έλαμπαν με τη φήμη τους μεγάλες μουσικές προσωπικότητες. Εκεί γνωρίστηκε και πήρε μαθήματα από τον Μότσαρτ, τον Χάιντν και άλλους μουσικούς. Σε ηλικία 25 χρονών διηύθυνε συναυλίες στη Βιέννη και συνέθετε ο ίδιος μουσικά κομμάτια. Η καλλιτεχνική του ιδιοφυΐα προκάλεσε το γενικό θαυμασμό και πολλοί αριστοκράτες τον ενίσχυαν οικονομικά ώστε να μπορεί να ζει μία άνετη ζωή.
Ό Μπετόβεν, όμως, θρεμμένος με τις ιδέες της Γαλλικής Επανάστασης ήταν χαρακτήρας υπερήφανος, αποστρεφόταν τις κολακείες και ποτέ δεν έγινε με την τέχνη του θεράποντας των ηγεμόνων. Συγκεντρωμένος πάντα στον εαυτό του, κάποτε και πεισματάρης ή λίγο εγωιστής, έκανε ωστόσο συστηματικό έλεγχο του έργου του και επίμονη αυτοκριτική, παρά τη γενική αναγνώριση της αξίας του, παρά τις τιμές και τις δόξες.
Κοντά στα 29 του χρόνια, ο Μπετόβεν χτυπήθηκε από τη μοίρα με τον πιο τραγικό τρόπο. Αυτός, ο γεννημένος για τους ήχους, για τις μελωδίες, άρχισε να χάνει ό,τι του ήταν πολυτιμότερο στη ζωή: την ακοή του. Αναγκάσθηκε ν’ αποσυρθεί από τη διεύθυνση της ορχήστρας και επιδόθηκε στη σύνθεση. Στα 30 του χρόνια γράφει την πρώτη του συμφωνία για ορχήστρα και εκδίδει τα 32 πρώτα του κουαρτέτα.
Η βαρηκοΐα του, όμως, προχωρά και η ζωή του γίνεται δραματική. Μέσα στον πόνο και την απογοήτευση εξακολουθεί να γράφει. Ως το 1812 έχει τελειώσει 8 συμφωνίες, ένα ορατόριο και πλήθος άλλα έργα. Προσπαθεί να διευθύνει μία συναυλία με έργα του, αλλά δεν το κατορθώνει. Χρειάζεται τη βοήθεια κι ενός άλλου αρχιμουσικού, που στέκεται πίσω του και δίνει τα συνθήματα στους μουσικούς και τους αοιδούς.
Σε λίγο είναι πια τελείως κουφός. Χρησιμοποιεί ακουστικό κέρας ή ένα τετράδιο, όπου γράφουν οι άλλοι τις ερωτήσεις τους. Μα πάντα εργάζεται με ακατάβλητη θέληση. Κι όσο επεξεργάζεται μία σύνθεση, απορροφάται απ’ αυτή και λησμονάει ακόμα και τις στοιχειώδεις ανάγκες του. Περπατά συχνά κακοντυμένος. Τα παιδιά, που τον βλέπουν αφηρημένο, τον περιπαίζουν και η αστυνομία τον παίρνει κάποτε για αλήτη.
Η κατάσταση της υγείας του επιδεινώνεται. Τ’ αφτιά του αρχίζουν να πονούν και στο στομάχι του νιώθει διαταραχές. Το 1826 παθαίνει υδρωπικία και τον επόμενο χρόνο, στις 26 Μαρτίου 1827, ο γίγαντας της μουσικής πεθαίνει μέσα στο σπίτι του στη Βιέννη, ενώ γύρω ξεσπά μία φοβερή καταιγίδα. Η κηδεία του θα γίνει με ηγεμονική επισημότητα.
Το έργο του μεγάλου μουσουργού των αιώνων είναι ογκώδες. Συνέθεσε εννέα συμφωνίες (1η, 2η, 3η ή «Ηρωική», 4η, 5η, 6η ή «Ποιμενική», 7η, 8η και την περίφημη 9η με το χορωδιακό «Ύμνο της Χαράς» του Σίλερ), το μπαλέτο «Προμηθεύς», την όπερα «Φιντέλιο», εισαγωγές και δραματική μουσική («Κοριολανός», «Έγκμοντ», «Τα Ερείπια των Αθηνών»), την περίφημη «Μεγάλη Λειτουργία» («Μίσα Σολέμνις»), το ορατόριο «Ο Χριστός στο όρος των Ελαιών», ένα κοντσέρτο για βιολί, 5 κονσέρτα για πιάνο, το τριπλό κονσέρτο γιά βιολί, πιάνο και ορχήστρα, εμβατήρια, χορούς, σονάτες, κουαρτέτα και πλήθος άλλα μουσικά έργα.
Άφθαστος καλλιτέχνης και ξεχωριστή μεγαλοφυΐα, όπως ήταν, ο Μπετόβεν δεν ασχολήθηκε ποτέ με μικροσυνθέσεις. Όλα του τα έργα έχουν τη σφραγίδα της μεγάλης έμπνευσης και της υψηλής δημιουργίας.
Ο Λούντβιχ βαν Μπετόβεν (Ludwig van Beethoven) γεννήθηκε το 1770 στη Βόννη, που τότε ανήκε στο Εκλεκτοράτο της Κολωνίας, τμήμα της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας του Γερμανικού Έθνους. Η ακριβής ημερομηνία της γέννησής του δεν είναι γνωστή, αλλά βαπτίστηκε στις 17 Δεκεμβρίου του ίδιου χρόνου. Ό πατέρας του Γιόχαν, φλαμανδικής καταγωγής, ήταν μουσικός και τον βοήθησε κάπως στη μουσική του μόρφωση. Ήταν, όμως, άνθρωπος μέθυσος και με βίαιους τρόπους και αυτό ίσως έκανε το νεαρό παιδί να κλειστεί στον εαυτό του. Από μικρός έδειξε τα θαυμαστά μουσικά του προσόντα και έμαθε να παίζει με μεγάλη δεξιοτεχνία πιάνο και εκκλησιαστικό όργανο.
Το 1787 πήγε στη Βιέννη, στην πόλη της μουσικής, όπου έλαμπαν με τη φήμη τους μεγάλες μουσικές προσωπικότητες. Εκεί γνωρίστηκε και πήρε μαθήματα από τον Μότσαρτ, τον Χάιντν και άλλους μουσικούς. Σε ηλικία 25 χρονών διηύθυνε συναυλίες στη Βιέννη και συνέθετε ο ίδιος μουσικά κομμάτια. Η καλλιτεχνική του ιδιοφυΐα προκάλεσε το γενικό θαυμασμό και πολλοί αριστοκράτες τον ενίσχυαν οικονομικά ώστε να μπορεί να ζει μία άνετη ζωή.
Ό Μπετόβεν, όμως, θρεμμένος με τις ιδέες της Γαλλικής Επανάστασης ήταν χαρακτήρας υπερήφανος, αποστρεφόταν τις κολακείες και ποτέ δεν έγινε με την τέχνη του θεράποντας των ηγεμόνων. Συγκεντρωμένος πάντα στον εαυτό του, κάποτε και πεισματάρης ή λίγο εγωιστής, έκανε ωστόσο συστηματικό έλεγχο του έργου του και επίμονη αυτοκριτική, παρά τη γενική αναγνώριση της αξίας του, παρά τις τιμές και τις δόξες.
Κοντά στα 29 του χρόνια, ο Μπετόβεν χτυπήθηκε από τη μοίρα με τον πιο τραγικό τρόπο. Αυτός, ο γεννημένος για τους ήχους, για τις μελωδίες, άρχισε να χάνει ό,τι του ήταν πολυτιμότερο στη ζωή: την ακοή του. Αναγκάσθηκε ν’ αποσυρθεί από τη διεύθυνση της ορχήστρας και επιδόθηκε στη σύνθεση. Στα 30 του χρόνια γράφει την πρώτη του συμφωνία για ορχήστρα και εκδίδει τα 32 πρώτα του κουαρτέτα.
Η βαρηκοΐα του, όμως, προχωρά και η ζωή του γίνεται δραματική. Μέσα στον πόνο και την απογοήτευση εξακολουθεί να γράφει. Ως το 1812 έχει τελειώσει 8 συμφωνίες, ένα ορατόριο και πλήθος άλλα έργα. Προσπαθεί να διευθύνει μία συναυλία με έργα του, αλλά δεν το κατορθώνει. Χρειάζεται τη βοήθεια κι ενός άλλου αρχιμουσικού, που στέκεται πίσω του και δίνει τα συνθήματα στους μουσικούς και τους αοιδούς.
Σε λίγο είναι πια τελείως κουφός. Χρησιμοποιεί ακουστικό κέρας ή ένα τετράδιο, όπου γράφουν οι άλλοι τις ερωτήσεις τους. Μα πάντα εργάζεται με ακατάβλητη θέληση. Κι όσο επεξεργάζεται μία σύνθεση, απορροφάται απ’ αυτή και λησμονάει ακόμα και τις στοιχειώδεις ανάγκες του. Περπατά συχνά κακοντυμένος. Τα παιδιά, που τον βλέπουν αφηρημένο, τον περιπαίζουν και η αστυνομία τον παίρνει κάποτε για αλήτη.
Η κατάσταση της υγείας του επιδεινώνεται. Τ’ αφτιά του αρχίζουν να πονούν και στο στομάχι του νιώθει διαταραχές. Το 1826 παθαίνει υδρωπικία και τον επόμενο χρόνο, στις 26 Μαρτίου 1827, ο γίγαντας της μουσικής πεθαίνει μέσα στο σπίτι του στη Βιέννη, ενώ γύρω ξεσπά μία φοβερή καταιγίδα. Η κηδεία του θα γίνει με ηγεμονική επισημότητα.
Το έργο του μεγάλου μουσουργού των αιώνων είναι ογκώδες. Συνέθεσε εννέα συμφωνίες (1η, 2η, 3η ή «Ηρωική», 4η, 5η, 6η ή «Ποιμενική», 7η, 8η και την περίφημη 9η με το χορωδιακό «Ύμνο της Χαράς» του Σίλερ), το μπαλέτο «Προμηθεύς», την όπερα «Φιντέλιο», εισαγωγές και δραματική μουσική («Κοριολανός», «Έγκμοντ», «Τα Ερείπια των Αθηνών»), την περίφημη «Μεγάλη Λειτουργία» («Μίσα Σολέμνις»), το ορατόριο «Ο Χριστός στο όρος των Ελαιών», ένα κοντσέρτο για βιολί, 5 κονσέρτα για πιάνο, το τριπλό κονσέρτο γιά βιολί, πιάνο και ορχήστρα, εμβατήρια, χορούς, σονάτες, κουαρτέτα και πλήθος άλλα μουσικά έργα.
Άφθαστος καλλιτέχνης και ξεχωριστή μεγαλοφυΐα, όπως ήταν, ο Μπετόβεν δεν ασχολήθηκε ποτέ με μικροσυνθέσεις. Όλα του τα έργα έχουν τη σφραγίδα της μεγάλης έμπνευσης και της υψηλής δημιουργίας.
απο το sansimera.gr
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)