Ο δεκάχρονος Πέτρος ανηφορίζει τον χωματόδρομο του σχολείου, φορτωμένος με την παλιά του σάκα στον ώμο, αγκομαχώντας, με προορισμό το σπίτι του.
Τα μάγουλά του αναψοκοκκινισμένα, όχι τόσο από την κούραση, όσο από την ανυπομονησία του, να φτάσει γρήγορα στο ζεστό φτωχικό του σπίτι.
Σε λίγα λεπτά μπαίνει στην αυλή του σπιτιού, όπου ο πατέρας του, δίνει μάχη με έναν τεράστιο σωρό από φρεσκοκομμένα ξύλα οξιάς. Κρατώντας στα στιβαρά του χέρια ένα τεράστιο τσεκούρι, το ανεβοκατεβάζει με δυνατές και γρήγορες κινήσεις. στα αραδιασμένα καυσόξυλα και τα σχίζει με μαεστρία. Ιδρώτας κυλάει στο μέτωπό του και με κάθε κίνηση, βγάζει και μια ψιθυριστή κραυγή, δίνοντας θαρρείς περισσότερη δύναμη στο καλοτροχισμένο τσεκούρι.
Λίγο πιο μέσα, στην πόρτα της κουζίνας, ζωσμένη με μια "σαρένα" ποδιά, η μητέρα και νοικοκυρά του σπιτιού, παρακολουθεί με περηφάνια τον σκληροτράχηλο πατέρα, συμμετέχοντας νοερά στο δύσκολο έργο του. Γαργαλιστικές οσμές βγαίνουν από την μασίνα, όπου απάνω της τηγανίζονται χρυσοκίτρινες πατάτες του βουνού. Η ατμόσφαιρα πλημμυρίζει από το άρωμα φρεσκοτριμένης ρίγανης, κάνοντας τους σιαλογόνους αδένες του μικρού παιδιού, να ανοίγουν ανεπαίσθητα.
Ο Αράπης, το μικρό κατοικίδιο σκυλάκι της οικογένειας, τρέχει κουνώντας πέρα-δώθε την ουρά του προς το μικρό παιδί, καλωσορίζοντας το.
Ο πιτσιρικάς μετά από τα σχετικά παιχνιδάκια με τον Αράπη, πετάει τη τσάντα με τα βιβλία σε μια γωνιά και τσιμπολογάει με βιασύνη τις πατάτες του, μη δίνοντας σημασία στις φωνές της μητέρας, που τον προτρέπει να καθίσει στο τραπέζι.
Με το στόμα μπουκωμένο, παίρνει την μπαλωμένη αλλά πεντακάθαρη ζακέτα του, φοράει το σκούφο του στο κεφάλι και με γοργά βήματα αναχωρεί, για το σπίτι των φίλων του, όπου έχουν δώσει ραντεβού με άλλα παιδιά.
Έχοντας πάρει την συγκατάθεση των γονιών τους, τα παιδιά θα πάνε στο Τσουλές κάμιν, όπου θα προετοιμάσουν τη μεγάλη φωτιά, που ανάβουν καθ όλη τη διάρκεια των ημερών του Δεκέμβρη, εν αναμονή των Χριστουγέννων.
Επικρατεί ένας άτυπος διαγωνισμός, για το ποιά γειτονιά του χωριού θα ανάψει την μεγαλύτερη φωτιά. Παρόμοιες φωτιές θα ανάψουν κι άλλες παρέες παιδιών, στη Μπουμπόβιστα, στα Γράμματα, στο Ταρπάνοβο, στα παλιά αλώνια και αλλού.
Οι μικροί μας ήρωες, μετά από τις απαραίτητες συνεννοήσεις, παίρνουν τον ανηφορικό δρόμο για τον προορισμό τους και αφήνοντας πίσω τους την πρώτη γέφυρα, την δεύτερη γέφυρα και την Τουπλίτσα, φτάνουν επιτέλους στον μεγάλο βράχο, σήμα κατατεθέν του Τσουλές κάμιν.
Σαν καλοκουρδισμένες μηχανές, φωνάζοντας χαρούμενα, επιδίδονται στο απαραίτητο μάζεμα των ξύλων και σε λίγη ώρα, μια τεράστια πυραμίδα από ξερά ξύλα, σαν ινδιάνικη σκηνή, στήνεται στην ανοιχτωσιά. Οι μεγαλύτεροι της παρέας ρυθμίζουν τις τελευταίες λεπτομέρειες, τοποθετώντας σούσλακ-ξερά φύλλα- στην βάση του σωρού και όλα είναι έτοιμα για την μαγική στιγμή.
Έχει αρχίσει να σουρουπώνει και τα φώτα του χωριού άρχισαν ένα ένα να ανάβουν, θυμίζοντας διάσπαρτες πυγολαμπίδες στον κάμπο.
Ο Γιάννης, ο αρχηγός της παρέας και ο μεγαλύτερος σε ηλικία, βγάζει από τις τσέπες του μια χούφτα σίρκες-τζίντζιφα αποξηραμένα- και τα μοιράζει στο κάθε παιδί. Σπάει κι ένα γλυκό ρόδι, φροντίζοντας να το μοιράσει ισόποσα σε όλους.
Τα παιδιά νοιώθοντας την κούραση να τους καταβάλει, κάθονται καταγής μασουλώντας και περιμένοντας το σύνθημα του αρχηγού.
Ήδη έχει σκοτεινιάσει αρκετά και ο Γιάννης βγάζει το τσακμάκι, που δανείστηκε από τον παππού του και βάζει φωτιά στα ξερά προσανάμματα.
Σε λίγη ώρα η φωτιά επεκτάθηκε σε όλον το σωρό και οι φλόγες τινάζονται μέχρι τον ουρανό, προσπαθώντας να φτάσουν το άπειρο.
Τα παιδιά κοιτούν εκστασιασμένα το κατόρθωμά τους και με αλαλαγμούς χαράς, καμαρώνουν την τεράστια φωτιά.
Λίγα μέτρα παραπέρα, δυο υπαρχηγοί της ομάδας, έχοντας δεμένα με σύρμα, παλιά λαστιχένια παπούτσια, τα βάζουν φωτιά και τα περιστρέφουν με δύναμη γύρω από το σώμα τους. Ένας μαγικός πύρινος κύκλος δημιουργείται, και το θέαμα είναι μοναδικό, εξωκοσμικό.
Τα μικρά παιδιά βγάζουν δυνατές κραυγές, από τα βάθη της ψυχής τους, αναβιώνοντας το πατροπαράδοτο έθιμο, επιβεβαιώνοντας την συνέχεια και την συνοχή της τοπικής κοινωνίας.
"Κόλντα μπάμπο", "κόλντα μπάμπο".
Από τα απέναντι υψώματα ξεπροβάλλει η φωτιά της γειτονικής ομάδας. Μεγάλη και φανταχτερή. Λίγο δυτικότερα διακρίνεται η εστία και της άλλης ομάδας. Σουρεαλιστικό υπερθέαμα, που παραπέμπει στα πανάρχαια χρόνια, όπου με παγανιστικές τελετές οι άνθρωποι προσπαθούσαν να ξορκίσουν το κακό.
Λίγες ώρες αργότερα κι ενώ η αποστολή εξετελέσθη με απόλυτη επιτυχία, η θαρραλέα ομάδα παίρνει τον κατηφορικό δρόμο του γυρισμού.
Στα μουτζουρωμένα παιδικά προσωπάκια, μπορείς να ξεχωρίσεις ένα χαμόγελο ικανοποίησης και περηφάνιας.
Σχολιάζοντας τις αντίπαλες φωτιές, κατευθύνονται προς τα σπίτια τους και ήδη σχεδιάζουν την επόμενη φωτιά, που είναι προγραμματισμένη για την άλλη βδομάδα.
Μπαίνοντας στα πρώτα σπίτια του χωριού ο Ντέντο-Μήτρες τους υποδέχεται με θερμά λόγια δίνοντας τους ευχές και συγχαρητήρια για την όμορφη φωτιά.
Ο μικρός μας Πέτρος, αφού πλύθηκε και σαπουνίστηκε καλά, φόρεσε τις καθαρές του πιτζάμες και ξάπλωσε στο ζεστό του κρεβατάκι. Η ξυλόσομπα του σπιτιού, του ζεσταίνει το παγωμένο κορμάκι, κάνοντάς τον να χαλαρώνει από την υπερένταση της βραδιάς.
Από το μικρό παράθυρο του δωματίου του, μπορεί να δει τα αποκαΐδια της φωτιάς τους, απέναντι στο ύψωμα.
Και εκεί μεταξύ ύπνου και ξύπνιου, θαρρεί πως αντικρίζει ένα λευκό άρμα, που το σέρνουν τάρανδοι κι έναν ασπρομάλλη γεράκο ντυμένο στα κόκκινα να κάνει βόλτες στον ορίζοντα...
από
0 comments:
Δημοσίευση σχολίου
Το ialmopia.gr επιτρέπει στον χρήστη να αναρτά τα σχόλια και τις απόψεις του σε επίκαιρα θέματα/συζητήσεις. Τα σχόλια και οι απόψεις αυτές εκφράζουν αποκλειστικά τις προσωπικές θέσεις του εκάστοτε χρήστη και δεν υιοθετούνται από το ialmopia.gr. Σε κάθε περίπτωση, ο χρήστης οφείλει να εκφράζεται με τρόπο ώστε να μην παραβιάζει τους ελληνικούς νόμους. Σε αντίθετη περίπτωση, το ialmopia.gr διατηρεί το δικαίωμα να αποκλείει το χρήστη από την εν λόγω υπηρεσία.
Με εκτίμηση, Η συντακτική ομάδα του ialmopia.gr